Παράβαση...
Αχ, χιονίζει. Χειμέρια τα πράγματα.
Σήκωσε το μεγάλο δείπνο ν’ ανοιχτούμε. Ναι, χιονίζει. Αρχίζουνε τα θαύματα.
Κάπως έτσι μας τα΄’λεγε ο Σαββόπουλος όταν στριμωχνόμασταν, χειμώνα του ’76-’77, φοιτητάκια της μιας δραχμής, στα σκαμνάκια του «Ζυγού», στη Πλάκα για ν’ ακούσουμε Αριστοφάνη. Τον Αριστοφάνη, που μόλις γυρισε από τα θυμαράκια, και συναντήθηκε με τους Αχαρνείς.
Το κατεστημένο της εποχής, ανασήκωσε με πολλή απέχθεια τα φρύδια του, και απαξιωτικά εντελώς μίλησε για τούτον τον αυθάδη τραγουδοποιό που τόλμησε να πειράξει τα αυθεντικά κείμενα του «μέγα κωμικού» και να θίξει, με μια γλώσσα ανάλογη, καταστάσεις δογματικές, αρτηριοσκληρωτικές, τάχα προοδευτικές, απελπιστικά όμως οπισθοδρομικές.
Ο Σαββόπουλος απάντησε, θυμάμαι, με τον μόνο τρόπο που ξέρει – δηλαδή, με την τέχνη του. Και η απάντηση ηρθε μεσα από την «Παράβαση», στο ίδιο έργο, κραυγή υπέροχη από το στόμα του Νίκου Παπάζογλου.
«Ποιος μας γηροκομεί την σήμερον ημέρα, ψηστιέρα-καρβουνιέρα μούσα Δεκεμβριανή. Πολέμησα καιρό σε όλα τα πεδία, και με τυφλή μανία ξέσκιζα τον εχθρό. Τωρα με χειρουργεί η αλλήθωρη νεολαία, μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική».
Δεν άλλαξαν και πολύ τα πράγματα από τότε. Η Πλάκα έγινε κατοικημένη περιοχή πολυτελείας, και από τις δεκάδες μπουάτ σήμερα σώζονται μόνο ο «Ζυγός» και το «Ζούμ», Η παντογνωσία όμως των μετρίων παρέμεινε ίδια.
Σε όποιον χώρο και αν κινείται κάποιος, ελλοχεύει πάντα μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική – ένας λογιστάκος που θα υπαγορεύσει σε έναν μουσικό παραγωγό τι τραγούδια πρέπει να παίζει ώστε να γεμίζει εκείνος, ο φιλόδοξος λογιστάκος δηλαδή, το παγκάρι των ψευδαισθήσεών του, ένας οπαδός που θα κάνει από την εξέδρα τον προπονητή, ένας δημοσιογράφος που θα υποκαταστήσει από το παράθυρο τον πολιτικό, μια μαμά που θα θέλει όσο ζέι (καμμιά φορά και πιο κει ακόμα...) να καθορίζει εκείνη τη ζωή του παιδιού της, …, παντού και πάντοτε το ίδιο στρίμωγμα, η ίδια έλλειψη ελευθερίας και, προπαντός, παιδείας.
Ακους πολλή σαχλαμάρα γύρω σου, και δυστυχώς δεν βρίσκω πιο ευγενικό τρόπο να το πω. Οι μισοί μιλάνε συνδικαλιστικά, οι άλλοι μισοί τεχνοκρατικά, και ένα άλλο κομμάτι από τις δύο αυτές κατηγορίες μιλάει και ολίγον κουλτουριάρικα, μάλλον γιά ... άλλοθι.
Ο marketeer, ας πούμε, που θεωρεί ότι και η έμπνευση ακόμα πρέπει να είναι προβλέψιμη και να μπαίνει από πρίν σε κουτάκια, σε τίποτα δεν διαφέρει από τον ξεπεσμένο επαναστάτη-συνδικαλιστή που πετάει τρείς μπαρούφες για "τό δίκαιο του εργάτη" και νομίζει πως έγινε κατανοητός.
Παρατηρώ, επίσης, ότι όλη αυτή η, μεγάλη δυστυχώς, κάστα της τσογλανοπαρέας (γιατί, ξέρετε, κατά κάποιον τρόπον, όλοι αυτοί συνευρίσκονται, κολλητάρια είναι...), καταφέρνει να επιπλέει επιβάλλοντας την τυποποίηση ως ... πρωτοποριακή άποψη. Ενας τύπος, τις προάλλες, μου έλεγε, σχολιάζοντας την αντίδραση του μουσουλμανικού κόσμου για τα περιβόητα πια σκίτσα του Μωάμεθ, ότι "αδερφέ, δίκηο έχουν οι άνθρωποι, αφού και η σάτιρα πρέπει να έχει τα όριά της!".
Βαρέθηκα να την ακούω αυτήν την αρλούμπα με τα όρια! Κατ' αρχάς, για να επικαλείσαι τα όρια ενός πράγματος πρέπει πρώτα να ξέρεις το ίδιο το πράγμα, όποιο και νάναι αυτό. Στην συγκεκεριμένη περίπτωση, δηλάδή, εκπλήττομαι πως ο τυπος αυτός ειχε άποψη για τα όρια της σάτιρας, τη στιγμή που όταν του ζήτησα να μου ορίσει την σάτιρα, απάντησε "έλα μωρέ, η πλάκα, το καλαμπούρι".
Γι' αυτού του είδους την άγνοια-τσογλανιά, μιλάω σήμερα λοιπόν. Αυτήν, που αντιλαμβάνεται την σάτιρα ώς "πλάκα, η/και καλαμπούρι" (ενω δεν έχει καμμία σχέση ουτε με το ένα, ούτε με το άλλο βεβαια), και επ' αυτής του της "θεωρίας" προχωρά και σε βαρύγδουπες διαπιστωσεις (τυποποιημένες μαλακίες, δηλαδή!) για "όρια" και άλλα ευτράπελα.
Δεν ξέρω πως μπορείς να γλυτώσεις από αυτούς. Τό'χω σκεφτει πολλές όποτε βρέθηκα αντιμέτωπος η και πλησίον τους - πρόσφατα, μάλιστα μου έτυχε στη δουλειά μου. Φρονω πως όταν έχεις την πολυτέλεια να φευγεις, αυτό κάνεις. Εάν δεν την έχεις, τότε περνάς στη "Χατζιδακική συνταγή" της περιφρόνησης - κάτι που δεν μου "πάει" ως άνθρωπος, αλλά με τα χρόνια καταλαβαίνω πως είναι ίσως και η μοναδική ασπίδα προστασίας σου.
Κλείνεσαι στον εαυτό σου, επιλέγεις πολύ αυστηρά με ποιούς θα λες τρείς κουβέντες παραπάνω, με ποιούς θα πηγαινεις για κανά ψαράκι, με ποιούς θα μοιράζεσαι χαρές, λύπες, ανησυχίες και προβληματισμούς, καί όλους τους υπόλοιπους τους αφηνεις στο ... τυπικό. Τους περιφρονείς.
Εν τω μεταξύ, ακόμα χιονίζει έξω. Εκεί, αρχίσανε κιόλας τα θαύματα. Μέσα, σπέρνουν πάλι τον φόβο. Αλυσίδες. Εκχιονιστικά. Αλατιέρες. Και παγωμένοι ρεπόρτερ.
Μένω εκτός...
Σήκωσε το μεγάλο δείπνο ν’ ανοιχτούμε. Ναι, χιονίζει. Αρχίζουνε τα θαύματα.
Κάπως έτσι μας τα΄’λεγε ο Σαββόπουλος όταν στριμωχνόμασταν, χειμώνα του ’76-’77, φοιτητάκια της μιας δραχμής, στα σκαμνάκια του «Ζυγού», στη Πλάκα για ν’ ακούσουμε Αριστοφάνη. Τον Αριστοφάνη, που μόλις γυρισε από τα θυμαράκια, και συναντήθηκε με τους Αχαρνείς.
Το κατεστημένο της εποχής, ανασήκωσε με πολλή απέχθεια τα φρύδια του, και απαξιωτικά εντελώς μίλησε για τούτον τον αυθάδη τραγουδοποιό που τόλμησε να πειράξει τα αυθεντικά κείμενα του «μέγα κωμικού» και να θίξει, με μια γλώσσα ανάλογη, καταστάσεις δογματικές, αρτηριοσκληρωτικές, τάχα προοδευτικές, απελπιστικά όμως οπισθοδρομικές.
Ο Σαββόπουλος απάντησε, θυμάμαι, με τον μόνο τρόπο που ξέρει – δηλαδή, με την τέχνη του. Και η απάντηση ηρθε μεσα από την «Παράβαση», στο ίδιο έργο, κραυγή υπέροχη από το στόμα του Νίκου Παπάζογλου.
«Ποιος μας γηροκομεί την σήμερον ημέρα, ψηστιέρα-καρβουνιέρα μούσα Δεκεμβριανή. Πολέμησα καιρό σε όλα τα πεδία, και με τυφλή μανία ξέσκιζα τον εχθρό. Τωρα με χειρουργεί η αλλήθωρη νεολαία, μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική».
Δεν άλλαξαν και πολύ τα πράγματα από τότε. Η Πλάκα έγινε κατοικημένη περιοχή πολυτελείας, και από τις δεκάδες μπουάτ σήμερα σώζονται μόνο ο «Ζυγός» και το «Ζούμ», Η παντογνωσία όμως των μετρίων παρέμεινε ίδια.
Σε όποιον χώρο και αν κινείται κάποιος, ελλοχεύει πάντα μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική – ένας λογιστάκος που θα υπαγορεύσει σε έναν μουσικό παραγωγό τι τραγούδια πρέπει να παίζει ώστε να γεμίζει εκείνος, ο φιλόδοξος λογιστάκος δηλαδή, το παγκάρι των ψευδαισθήσεών του, ένας οπαδός που θα κάνει από την εξέδρα τον προπονητή, ένας δημοσιογράφος που θα υποκαταστήσει από το παράθυρο τον πολιτικό, μια μαμά που θα θέλει όσο ζέι (καμμιά φορά και πιο κει ακόμα...) να καθορίζει εκείνη τη ζωή του παιδιού της, …, παντού και πάντοτε το ίδιο στρίμωγμα, η ίδια έλλειψη ελευθερίας και, προπαντός, παιδείας.
Ακους πολλή σαχλαμάρα γύρω σου, και δυστυχώς δεν βρίσκω πιο ευγενικό τρόπο να το πω. Οι μισοί μιλάνε συνδικαλιστικά, οι άλλοι μισοί τεχνοκρατικά, και ένα άλλο κομμάτι από τις δύο αυτές κατηγορίες μιλάει και ολίγον κουλτουριάρικα, μάλλον γιά ... άλλοθι.
Ο marketeer, ας πούμε, που θεωρεί ότι και η έμπνευση ακόμα πρέπει να είναι προβλέψιμη και να μπαίνει από πρίν σε κουτάκια, σε τίποτα δεν διαφέρει από τον ξεπεσμένο επαναστάτη-συνδικαλιστή που πετάει τρείς μπαρούφες για "τό δίκαιο του εργάτη" και νομίζει πως έγινε κατανοητός.
Παρατηρώ, επίσης, ότι όλη αυτή η, μεγάλη δυστυχώς, κάστα της τσογλανοπαρέας (γιατί, ξέρετε, κατά κάποιον τρόπον, όλοι αυτοί συνευρίσκονται, κολλητάρια είναι...), καταφέρνει να επιπλέει επιβάλλοντας την τυποποίηση ως ... πρωτοποριακή άποψη. Ενας τύπος, τις προάλλες, μου έλεγε, σχολιάζοντας την αντίδραση του μουσουλμανικού κόσμου για τα περιβόητα πια σκίτσα του Μωάμεθ, ότι "αδερφέ, δίκηο έχουν οι άνθρωποι, αφού και η σάτιρα πρέπει να έχει τα όριά της!".
Βαρέθηκα να την ακούω αυτήν την αρλούμπα με τα όρια! Κατ' αρχάς, για να επικαλείσαι τα όρια ενός πράγματος πρέπει πρώτα να ξέρεις το ίδιο το πράγμα, όποιο και νάναι αυτό. Στην συγκεκεριμένη περίπτωση, δηλάδή, εκπλήττομαι πως ο τυπος αυτός ειχε άποψη για τα όρια της σάτιρας, τη στιγμή που όταν του ζήτησα να μου ορίσει την σάτιρα, απάντησε "έλα μωρέ, η πλάκα, το καλαμπούρι".
Γι' αυτού του είδους την άγνοια-τσογλανιά, μιλάω σήμερα λοιπόν. Αυτήν, που αντιλαμβάνεται την σάτιρα ώς "πλάκα, η/και καλαμπούρι" (ενω δεν έχει καμμία σχέση ουτε με το ένα, ούτε με το άλλο βεβαια), και επ' αυτής του της "θεωρίας" προχωρά και σε βαρύγδουπες διαπιστωσεις (τυποποιημένες μαλακίες, δηλαδή!) για "όρια" και άλλα ευτράπελα.
Δεν ξέρω πως μπορείς να γλυτώσεις από αυτούς. Τό'χω σκεφτει πολλές όποτε βρέθηκα αντιμέτωπος η και πλησίον τους - πρόσφατα, μάλιστα μου έτυχε στη δουλειά μου. Φρονω πως όταν έχεις την πολυτέλεια να φευγεις, αυτό κάνεις. Εάν δεν την έχεις, τότε περνάς στη "Χατζιδακική συνταγή" της περιφρόνησης - κάτι που δεν μου "πάει" ως άνθρωπος, αλλά με τα χρόνια καταλαβαίνω πως είναι ίσως και η μοναδική ασπίδα προστασίας σου.
Κλείνεσαι στον εαυτό σου, επιλέγεις πολύ αυστηρά με ποιούς θα λες τρείς κουβέντες παραπάνω, με ποιούς θα πηγαινεις για κανά ψαράκι, με ποιούς θα μοιράζεσαι χαρές, λύπες, ανησυχίες και προβληματισμούς, καί όλους τους υπόλοιπους τους αφηνεις στο ... τυπικό. Τους περιφρονείς.
Εν τω μεταξύ, ακόμα χιονίζει έξω. Εκεί, αρχίσανε κιόλας τα θαύματα. Μέσα, σπέρνουν πάλι τον φόβο. Αλυσίδες. Εκχιονιστικά. Αλατιέρες. Και παγωμένοι ρεπόρτερ.
Μένω εκτός...
10 Comments:
Συμφωνώ απόλυτα με όσα γράφεις σήμερα.Καθημερινά συναντώ ανθρώπους που μου μιλάνε και όταν τελειώνουν συνειδητοποιώ οτι μια ώρα μου έλεγαν πράγματα τα οποία ούτε καν άκουσα ούτε καν συγκράτησα γιατί προφανώς δεν άξιζε καν τον κόπο.
Είμαι αρκετά κοινωνικός άνθρωπος αλλά σιγά σιγά απομακρύνομαι από κακοτοπιές όπως εγώ τις λέω.
Σταμάτησα να βλέπω ειδήσεις στην τηλεόραση. Την τηλεόραση την ανοίγω μόνο για να δω κάτι που από πριν έχω αποφασίσει να δω. Ποτέ δεν την ανοίγω από συνήθεια!
Βγαίνω την βόλτα μου με ανθρώπους που ξέρω πως μπορώ να κουβεντιάσω πέντε πράγματα παραπάνω και που είμαι σίγουρος πως θα περάσω καλά. Κακά τα ψέμματα δεν έχουμε πια χρόνο για πέταμα.
Πολλές φορές νοιώθω άσχημα απορρίπτοντας ανθρώπους αλλά βαθειά μέσα μου πιστεύω πως πρώτοι αυτοί με έχουν απορρίψει.Μετά κοιμάμαι ήσυχος χωρίς τύψεις.
Φιλικά!
Πόσο δίκιο έχεις Χρήστο! Πόσο συμφωνώ για όλους αυτούς τους ξερόλες που δυναστεύουν καθημερινά τις ζωές μας!...
Όπως λέει κι ένας φίλος όμως "Μην λογομαχείς ποτέ μ'έναν βλάκα... θα σε ρίξει στο επίπεδό του και θα σε νικήσει λόγω εμπειρίας"!...
Καλησπερα σας!
Κυριε Μιχαηλιδη, μια και ειστε του "Νιονιου" ρευματος θα σας θυμησω οτι "ερχεται η στιγμη για να αποφασισεις με ποιους θα πας και ποιους θα αφησεις"...
Καλη επιτυχια στο blog, πιστευω οτι πρεπει να το κανετε ευρυτερα γνωστο απο το ραδιοφωνο και την εφημεριδα.
Αν μου επιτρεπετε βρισκω τον τροπο γραφης σας πιο "ελευθερο" κατι που μας το γνωρισατε απο το πρωτο σας κειμενο στο blog.
Καλη επιτυχια!!!
Με ρωτάει ο Nemesis: "ως Αγγλοφιλος, και εχοντας επισκεφθει πολλες χωρες, απορω πως δεν εχετε μετακομισει ακομη σε καποιο αλλο μερος της γης οπου τα φαινομενα που αναφερεται δεν ειναι αν μη τι αλλο τοσα πολλα ή τοσο έντονα;"
Απαντω: Ειμαι συνεχώς με το ένα πόδι αλλου - όμως, ξέρεις πως πάν' αυτά τα πράγμα. Περνά ο καιρός, μεγαλώνεις, πιο δυσκολα παιρνεις αποφάσεις. Επίσης, πάντα ελπίζεις ότι θα αλλάξουν κάποια πράγματα, φοβούμενος ταυτόχρονα μην αλλάξεις εσύ. Πάντως, δεν το αποκλειω. Οσο περνά ακόμα η μπογια μου έξω (και ευτυχως, ακόμα με θυμούνται...), το σκέφτομαι. Αν ημουν στην ηλικία σου, δεν θα το σκεφτόμουν κάν.
Ο σοφός Groucho Marx (η μόνη περίπτωση για την οποία δηλώνω μαρξιστής) έλεγε: "Ποτέ μην κουβεντιάζεις με έναν βλάκα: όποιος σε βλέπει μπορεί να μην καταλάβει την διαφορά".
Δυστυχώς η τσογλανοπαρέα παρασέρνει προς τα κάτω τα πάντα. Και φωνάζει, επίσης, για να μην ακούγεσαι.
Καλημερα κ.Μιχαηλιδη.Σας ακουω καθημερινα στο ραδιοφωνο και ταυτιζομαι απολυτα με οσα λετε,αφηστε που γελαω πολυ στην ωρα που ειστε με τον Θεοφιλο.Πρεπει δε να σας πω οτι κι εγω εχω κανει την απομακρυνση μου απο πολλα πραγματα που δεν μπορω ν αλλαξω κι εςτσι αισθανομαι καλυτερα στην καθημερινοτητα μου.Αλλα αυτο βοηθαει εμενα, δεν ξερω τι γινετα με τα γυρω.... Σας φιλω!
Kalws orises ston Blogokosmo...
Kalo einai na se diavazoume kai kapou allou ektos apo ta proswpa&proswpeia...
S'euxaristw gia tis eidhseis pou mas dineis mesa apo ta proswpa... arketa blogakia ta brhka epeidh esy ta proteines.
kalh synexeia
Τη επιπόλαια φωνή την περιφρονεί κανείς, την καταρρίπτει, την απορρίπτει, ακόμα, αν θέλει. Αλλά δεν παύει να την ακούει, να εκτίθεται σε αυτήν, γιατί πάνω απ'όλα είναι και αυτή μία φωνή που ακούγεται. Αλλά στη μονοφωνία, ποιο είναι το αντίδοτο;
Γιατί αν είναι δύσκολη η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης που επιτρέπει τον παραγκωνισμό της επιπολαιότητας, εξίσου, αν όχι πιο δύσκολη, είναι η δημιουργία μίας "πάραφωνης" φωνής σε μία άψογα συγχρονισμένη χορωδία. Οι πιθανότητες δε να ακουστεί η φωνούλα αυτή ελάχιστες.
KostaTrent,
1) Ως προς το πρωτο θέμα θα συμφωνήσω απολύτως, καθότι η δύναμη της εικονας/τηλεορασης είναι σαφώς ανώτερη εκείνης του κειμένου καθώς ταυτοχρονα θέλγει 3 εκ των βασικών μας λειτουργειών: όραση, ακοή και νόηση (grapheme/phoneme/meme).
2) Όσον αφορά τη μονοφωνία, η προσεγγιση μου ήταν διαφορετική: ο έχων τη δυνατότητα και την επιθυμία να εμβαθύνει σε ένα ζήτημα σπάνια εγκλωβίζεται στη μονοφωνική άποψη καθώς η περιεργεια/κριτική σκέψη των ωθεί έστω και σε στοιχειώδη παράθεση ιδεών ΕΚΤΟΣ αν ο σκοπός του είναι η προπαγανδα της συγκεκριμενης αυτής θέσης. (Αλλά και στην περιπωση αυτή, φροντιζει να εκτιθεται στα επιχειρηματα της πολυφωνίας για να ξέρει πώς να τα αντιμετωπίζει, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό). Φρονώ ότι δεν πράττω αυτό (!).
Εγώ αναφέρθηκα σε άλλο είδος μονοφωνίας- αυτό που απορρέει από την έλλειψη της κριτικής διάθεσης και έγκειται στον ασπασμό μιας θέσης, συνειδητά ή μη, κάτι που θεωρητικά πρέπει να είχε εκλείψει στα δημοκρατικά καθεστώτα. Και όμως τα φερέφωνα υπάρχουν! Έκφανση αυτού του φαινομένου στην Ελλάδα αποτελεί "ο εξυπνάκιας" στο οποίο αναφέρθηκε ο κ. Μιχαηλίδης, που προκειμένου να πει κάτι... Ευτυχώς, δεν έχει το μονοπώλιο ακόμα.
3) Όσο για την πολιτική διάσταση του ζητηματος, είναι γεγονός ότι ο εγκλωβισμός μας σε μια ιδέα/ιδεολογία φαντάζει τραγελαφικός αλλά πηγάζει από τη γενικότερη διάθεση του "πίστευε και μη ερεύνα". Τη νοοτροπία αυτή (που δεν περιορίζεται στο κεφαλαιο θρησκεια) την ενστερνίζεται, επί της ουσίας, και ο θεσμός του σχολείου στην ελλάδα αλλά έχει νομίζω και πολιτισμική διάσταση, καθώς είναι συγγενής με τη νοοτροία "δε βαριέσαι τώρα".
Αγαπητέ Koyan.
Την πιό σκληρή, και πολλές φορές δίκαιη κριτική, στη ζωή μου την έχω δεχτει από ανθρωπους που θαύμαζα για το ηθος καιτην γενικότερη Παιδεία τους. Ετσι, μάλιστα. Τίποτα όμως χρήσιμο, δεν μπορεί ποτέ να βγει από την εύκολη κριτική που μπορεί να σου ασκήσει ένας ανήθικος και απαίδευτος άνθρωπος. Ολοι, ασφαλώς, έχουν δικαίωμα γνώμης. Εχω όμως και εγω, επιτέλους, δικαίωμα να μην τους ακούω όλους.
Ευχαριστω.
Post a Comment
<< Home